κᾶλον

κᾶλον
κᾶλον, τό,
A wood,

κᾶλον ἐν ἱαρῷ πεφυκός Berl.Sitzb.1927.157

([place name] Cyrene); elsewh. only in pl. κᾶλα, = ξύλα, logs, for burning, κάγκανα κ. h.Merc.112; παλαίθετα κ. Call.Fr.66c; τὰ κ. καὶ τοὺς ἄνθρακας Ion Trag.29; also, timber for joiner's work, ἐπικαμπύλα κ. Hes.Op.427; esp. of ships, ποττὰ κᾶλα (κάλα cod.) Ar.Lys.1253; ἔρρει τὰ κᾶλα the ships are lost (καλά codd.), X.HG1.1.23, Plu.Alc.28. (κᾶλον and κῆλον (q.v.) perh. fr. Κᾱϝελος, cf. καίω.)

Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • κάλον — κᾱλον, τὸ (Α) 1. επιγρ. ξύλο, στέλεχος, δενδρύλλιο, βλαστός 2. στον πληθ. τὰ κᾱλα α) ξύλα για κάψιμο β) ξύλινα στελέχη για την κατασκευή αψίδων τροχού άμαξας («ἐπικαμπύλα κᾱλα», Ησίοδ.) γ) τα πλοία («ἔρρει τὰ κᾱλα» καταστράφηκαν τα πλοία, Ξεν).… …   Dictionary of Greek

  • κᾶλον — wood neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλὸν δὲ καὶ γέροντα μανθάνειν σοφά. — καλὸν δὲ καὶ γέροντα μανθάνειν σοφά. См. Век живи, век учись …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • καλόν — καλός beautiful masc acc sg καλός beautiful neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κάλον — κάλως reefing rope masc acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Καλὸν ὃ εἶδες, καὶ μὴ καλὸν ὃ μὴ εἶδες. — См. Чего не видишь, того и не бредишь …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Τὸ καλὸν ἀρνὶν δύο μάνας βιζάνη. — См. Ласковый теленок двух маток сосет …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • Τὸ καλὸν ὀψιτέλεστον γίνεται. — См. Скоро хорошо не родится …   Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)

  • κᾶλα — κᾶλον wood neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • καλός — Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 410 μ., 101 κάτ.) στην πρώην επαρχία Τεμένους του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στο δυτικό τμήμα του νομού, 27 χλμ. ΝΔ της πόλης του Ηρακλείου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Τεμένους. 2.… …   Dictionary of Greek

  • Liste griechischer Phrasen/Tau — Tau Inhaltsverzeichnis 1 τὰ ἑπτὰ θεάματα τῆς οἰκουμένης …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”